- θρασέας
- θρασέᾱς , θρασύςboldfem acc pl (epic ionic)θρασύςboldmasc acc pl (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Θρασέας, Πόπλιος Κλαύδιος Παίτος — (Publius Clodius Thrasea Paetus, ; – 66 μ.Χ.). Ρωμαίος συγκλητικός και στωικός φιλόσοφος. Έζησε στην εποχή του Νέρωνα. Το 59 μ.Χ. κατήγγειλε τον αυτοκράτορα ως μητροκτόνο και εμπόδισε τη Σύγκλητο να καταδικάσει σε θάνατο τον πραίτορα Αντίσιο, ο… … Dictionary of Greek